Κόνδυλος (βοτανική)
ΔΙΟΓΚΩΜΈΝΗ ΥΠΌΓΕΙΑ ΔΟΜΉ ΣΕ ΜΕΡΙΚΆ ΦΥΤΆ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΕΎΕΙ ΩΣ ΑΠΟΘΉΚΗ ΘΡΕΠΤΙΚΏΝ ΟΥΣΙΏΝ, Π.Χ. Η ΠΑΤΆΤΑ
Οι κόνδυλοι είναι διογκωμένες δομές σε μερικά φυτά, οι οποίες χρησιμεύουν ως όργανα αποθηκεύσεως θρεπτικών ουσιών. Συντελούν στην επιβίωση του φυτού κατά τη δύσκολη εποχή του έτους (χειμώνας ή εποχή της ξηρασίας), παρέχοντας ενέργεια και θρέψη, ώστε να επαναληφθεί η ανάπτυξη του φυτού κατά την επόμενη εποχή αναπτύξεως (άνοιξη ή εποχή των βροχών). Χρησιμεύει όμως και ως μέσο αγενούς αναπαραγωγής (χωρίς γονιμοποίηση). Οι στελεχικοί ή βλαστικοί κόνδυλοι σχηματίζουν χονδρά ριζώματα (υπόγεια οριζόντια στελέχη, δηλαδή υπόγειους βλαστούς) ή διακλαδώσεις που απ